Θεραπεία του Καρκίνου του Μαστού

Θεραπεία του Καρκίνου του Μαστού

Μαστεκτομή: Με τη μαστεκτομή οι χειρουργοί αφαιρούν ολόκληρο το μαστό, συνήθως συμπεριλαμβανομένης και της θηλής. Ορισμένες φορές, μετά τη μαστεκτομή, μπορεί να χρειαστεί να υποβληθείτε σε ακτινοθεραπεία του θωρακικού τοιχώματος και ίσως και της περιοχής των λεμφαδένων πίσω από την κλείδα.

Αν πρόκειται να υποβληθείτε σε μαστεκτομή πρέπει να αποφασίσετε αν θα κάνετε αποκατάσταση του μαστού σας με κάποια από τις τεχνικές που είναι διαθέσιμες. Η αποκατάσταση του μαστού μπορεί να γίνει είτε κατά τη διάρκεια του χειρουργείου της μαστεκτομής, είτε αργότερα με ένα δεύτερο χειρουργείο.

Οι διάφοροι τύποι μαστεκτομής είναι:

  • Ολική μαστεκτομή ή απλή μαστεκτομή: αφαιρείται ολόκληρος ο μαστός, συμπεριλαμβανομένων του μαζικού αδένα, της θηλής, της θηλαίας άλου και του περισσότερου δέρματος που καλύπτει το μαστό. Είναι ο πιο συχνός τύπος μαστεκτομής.
  • Τροποποιημένη ριζική μαστεκτομή: συνδυάζεται η ολική μαστεκτομή με την αφαίρεση των λεμφαδένων της μασχάλης.
  • Μαστεκτομή με διατήρηση του δέρματος: αφαιρείται ο μαζικός αδένας αλλά διατηρείται ένα μεγάλο τμήμα του υπερκείμενου δέρματος. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείτε ένας «φάκελος», ο οποίος θα καλύψει τον αποκατεστημένο μαστό. Αυτός ο τύπος μαστεκτομής χρησιμοποιείται στις περισσότερες περιπτώσεις που έχει αποφασιστεί αποκατάσταση του μαστού.
  • Μαστεκτομή με διατήρηση της θηλής: σε κάποιες περιπτώσεις μαστεκτομής με διατήρηση του δέρματος είναι δυνατή η διατήρηση και της θηλής και της θηλαίας άλου (π.χ. ο όγκος να μην φτάνει μέχρι τη θηλή)

Ογκεκτομή: Με την ογκεκτομή οι χειρουργοί αφαιρούν τον κακοήθη όγκο και την ευρύτερη περιοχή του φυσιολογικού μαστού γύρω από αυτόν. Υπάρχουν διάφορες ονομασίες γι αυτού του τύπου το χειρουργείο, όπως: τεταρτεκτομή, μερική μαστεκτομή, σφηνοειδής εκτομή και χειρουργείο διατήρησης του μαστού.

Ο στόχος της ογκεκτομής είναι να αφαιρεθεί ο όγκος και ταυτόχρονα να διατηρηθεί η εμφάνιση του μαστού. Οι μελέτες που έχουν γίνει αποδεικνύουν ότι η ογκεκτομή (η οποία τις περισσότερες φορές ακολουθείται από ακτινοθεραπεία της περιοχής) έχει τα ίδια αποτελέσματα με τη μαστεκτομή όσον αφορά τον έλεγχο της νόσου στις γυναίκες με πρώιμο καρκίνο του μαστού.

Η ογκεκτομή ενδείκνυται σε περιπτώσεις που ο καρκίνος του μαστού είναι μικρός και σε πρώιμο στάδιο. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αφαίρεση καλοήθων ή προκαρκινικών βλαβών.

Μπορεί να μην είστε υποψήφια για ογκεκτομή εάν:

  • Έχετε δύο ή περισσότερους όγκους σε διαφορετικά τεταρτημόρια του μαστού σας.
  • Είχατε λάβει παλαιότερα ακτινοθεραπεία στο θώρακα, γεγονός που θα αύξανε πολύ τον κίνδυνο επιπλοκών από την επανακτινοβόληση.
  • Έχετε πολύ μεγάλο όγκο ή πολύ μικρό μαστό, οπότε το αισθητικό αποτέλεσμα μετά από ογκεκτομή δεν θα ήταν καλό.
  • Ο καρκίνος έχει επεκταθεί στο δέρμα του μαστού.
  • Έχετε ιστορικό σκληροδέρματος ή συστηματικού ερυθηματώδους λύκου, οπότε αυξάνει πολύ ο κίνδυνος παρενεργειών από το χειρουργείο και την ακτινοθεραπεία, αντίστοιχα.

Εάν ο όγκος είναι πολύ μεγάλος για να αφαιρεθεί με ογκεκτομή, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χορηγηθεί προεγχειρητική χημειοθεραπεία (neoadjuvant chemotherapy) προκειμένου να μικρύνει πριν χειρουργηθεί.

Επικουρική χημειοθεραπεία: Η επικουρική χημειοθεραπεία αφορά σε φάρμακα που χορηγούνται μετά από τη χειρουργική επέμβαση για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Η επικουρική χημειοθεραπεία έχει ένδειξη όταν ο καρκίνος σας έχει παράγοντες κινδύνου που υποδεικνύουν αυξημένες πιθανότητες για την παρουσία μικρομεταστάσεων σε απομακρυσμένα όργανα. Λέγοντας μικρομεταστάσεις εννοούμε καρκινικά κύτταρα που δεν φαίνονται στις απεικονιστικές εξετάσεις και μπορεί στο μέλλον να πολλαπλασιαστούν και να δημιουργήσουν όγκους σε άλλες περιοχές του σώματος. Σκοπός της χημειοθεραπείας είναι να σκοτώσει αυτά τα τυχόν εναπομείναντα καρκινικά κύτταρα και να μειώσει την πιθανότητα εμφάνισης υποτροπής.

Εισαγωγική (neoadjuvant) χημειοθεραπεία: Η εισαγωγική χημειοθεραπεία αναφέρεται σε φάρμακα που χορηγούνται πριν από τη χειρουργική επέμβαση για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Οι γιατροί σας μπορεί να συστήσουν εισαγωγική χημειοθεραπεία λόγω του μεγέθους του όγκου, καθώς τα φάρμακα μπορεί να συρρικνώσουν τον όγκο και από ανεγχείρητο (π.χ. σε περίπτωση φλεγμονώδους καρκίνου του μαστού ή διογκωμένων μασχαλιαίων λεμφαδένων) να τον μετατρέψουν σε χειρουργήσιμο ή να σας δώσουν περισσότερες χειρουργικές επιλογές (για παράδειγμα αντί για μαστεκτομή να γίνει ογκεκτομή).

Η εισαγωγική χημειοθεραπεία πραγματοποιείται επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις μικρότερων όγκων που είτε είναι τριπλά αρνητικοί, είτε HER2-θετικοί, ανήκουν δηλαδή σε υπότυπους που είναι ευαίσθητοι στα αντινεοπλασματικά φάρμακα. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ανταπόκριση στην εισαγωγική θεραπεία αποτελεί προγνωστικό παράγοντα για την έκβαση της νόσου (η καλή ανταπόκριση σημαίνει καλύτερη πρόγνωση), ενώ αν υπάρχει ακόμη νόσος στο μαστό ή στους λεμφαδένες κατά το χειρουργείο μπορεί να οδηγήσει το γιατρό σας να επιλέξει μια πιο εξατομικευμένη θεραπεία για εσάς μετεγχειρητικά.

Ενδείξεις χημειοθεραπείας στον καρκίνο του μαστού: Η απόφαση για τη χορήγηση χημειοθεραπείας εξαρτάται από τους παράγοντες κινδύνου για υποτροπή που έχει μια ασθενείς. Τέτοιοι παράγοντες κινδύνου είναι: το μεγάλο μέγεθος του πρωτοπαθούς όγκου, η παρουσία διηθημένων μασχαλιαίων λεμφαδένων, η χαμηλή διαφοροποίηση του όγκου (π.χ. grade 3), η απουσία ορμονικών υποδοχέων, η υπερέκφραση του HER2, η νεαρή ηλικία, η ανάδειξη υψηλού κινδύνου για υποτροπή σε κάποια γονιδιακή υπογραφή (π.χ. Oncotype DX και MammaPrint) κ.α. Αν πάσχετε από καρκίνο μαστού πρώιμου σταδίου μπορείτε να υπολογίσετε το όφελος της χορήγησης χημειοθεραπείας εδώ. Επίσης, η χημειοθεραπεία είναι η κύρια θεραπεία που λαμβάνουν οι ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του μαστού.

Ορμονοθεραπεία στον καρκίνο του μαστού: Μερικοί τύποι καρκίνου του μαστού επηρεάζονται από ορμόνες, όπως τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη. Τα καρκινικά κύτταρα του μαστού έχουν υποδοχείς (πρωτεΐνες) που συνδέονται με τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη, οι ορμόνες αυτές βοηθούν τα καρκινικά κύτταρα να αναπτυχθούν. Τα φάρμακα που εμποδίζουν την προσκόλληση των ορμονών σε αυτούς τους υποδοχείς ονομάζονται ορμονικές ή ενδοκρινικές θεραπείες.

Η ορμονοθεραπεία μπορεί να φτάσει στα καρκινικά κύτταρα σχεδόν οπουδήποτε στο σώμα και όχι μόνο στο στήθος. Συνιστάται σε γυναίκες με όγκους με θετικούς ορμονικούς υποδοχείς. Δεν βοηθά τις γυναίκες των οποίων οι όγκοι δεν έχουν υποδοχείς ορμονών.

Η ορμονοθεραπεία χρησιμοποιείται συχνά μετά τη χειρουργική επέμβαση για να μειώσει τον κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου. Μερικές φορές ξεκινάει πριν από τη χειρουργική επέμβαση. Συνήθως χορηγείται για τουλάχιστον 5 έως 10 χρόνια.

Η ορμονική θεραπεία μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία των υποτροπών του καρκίνου μετά την αρχική θεραπεία ή σε περιπτώσεις που έχει εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος.

Περίπου 2 στους 3 καρκίνους του μαστού έχουν θετικούς ορμονουποδοχείς. Τα κύτταρα τους έχουν υποδοχείς (πρωτεΐνες) για τα οιστρογόνα (καρκίνοι θετικοί σε ER) και / ή την προγεστερόνη (καρκίνοι θετικοί σε PR) που βοηθούν τα καρκινικά κύτταρα να αναπτυχθούν και να εξαπλωθούν.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι ορμονοθεραπείας για τον καρκίνο του μαστού. Κάποια φάρμακα χαμηλώνουν τα επίπεδα οιστρογόνων στον οργανισμό και άλλα εμποδίζουν τα οιστρογόνα να δρουν στα καρκινικά κύτταρα.